Πεθαίνει σε ηλικία 62 ετών ο Νικήτας Σταματελόπουλος, γνωστός ως Νικηταράς.
Γεννημένος στο χωριό Τουρκολέκα Αρκαδίας, μυήθηκε από μικρός στον αγώνα όντας ανηψιός του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη και γιός του Σταματέλου Τουρκολέκα, αρχικά στο σώμα του πατέρα του και μετά στην ομάδα του Ζαχαρία Μπαρμπιτσιώτη. Το 1805, στο μεγάλο διωγμό της κλεφτουριάς, ο πατέρας του σκοτώθηκε κι ο Νικήτας, που πλέον τον φώναζαν Σταματελόπουλο από το όνομα του πατέρα του, ακολούθησε τον θείο του Θεόδωρο στα Επτάνησα, όπου εντάχθηκε στα στρατιωτικά σώματα των Ρώσων που κατείχαν τότε τα νησιά. Βρέθηκε να πολεμάει αρχικά κατά των Γάλλων στην Ιταλία και μετά την επιστροφή του (στα γαλλοκρατούμενα πλέον Επτάνησα) στο πλευρό τους περνώντας στην Πελοπόννησο όπου έφτασε να οργανώσει δικό του σώμα 200 κλεφτών.
Πολέμησε στις μεγαλύτερες μάχες της Επανάστασης. Στο Βαλτέτσι το σώμα του αμύνθηκε σθεναρά εναντίον επίθεσης 6,000 Τούρκων, από τους οποίους σκότωσε πολλούς. Το όνομα «Τουρκοφάγος» του δόθηκε μετά τη μάχη. Στα Δερβενάκια έφραξε τον δρόμο των υποχωρούντων Τούρκων στήνοντας ενέδρες-αποκοπές πρώτα στον Αη Σώστη μαζί με τον Δημήτριο Υψηλάντη και τον Μακρυγιάννη και κατόπιν στο Αγινόρι, κοντά στο Άργος. Μετά τη μάχη, όπου έσπασε τρία σπαθιά το χέρι του είχε πρηστεί τόσο από τα χτυπήματα που χρειάστηκε βοήθεια να του το βγάλουν.
Όπως κι ο θείος του υποστήριζε το Ρωσόφιλο κόμμα, θέση για την οποία διώχθηκε, παραμερίστηκε και τελικά φυλακίστηκε για ενάμιση χρόνο, με αποτέλεσμα σοβαρές επιπλοκές στην υγεία του. Αρνούμενος να πάρει ό,τι δεν του ανήκε, χρήματα ή και λάφυρα στη μάχη, παρέμεινε φτωχός ενώ στα τελευταία χρόνια του του αρνήθηκαν την απονομή μιας αξιοπρεπούς σύνταξης για να ζήσει αυτός κι η οικογένειά του. Τυφλός από το σάκχαρο που είχε αναπτύξει στο μεταξύ, έλαβε μόνο άδεια επαιτείας μία φορά την εβδομάδα. Λίγο πριν πεθάνει, του απονεμήθηκε ο βαθμός του στρατηγού και μια πενιχρή σύνταξη.
Νικηταρά – Νικηταρά
πού ‘χεις στα πόδια σου φτερά
και στην καρδιά ατσάλι
Σε τι κατάντια έχουμε φτάσει κατά καιρούς. Στο Νικηταρά να δίνεις άδεια επαιτείας για να ζήσει. Σε αυτόν που δεν κράτησε τίποτα για τον εαυτό του.
Ο πλέον αγνός και ανιδιοτελής άνδρας του Αγώνα αλλά και μετέπειτα…..Φυλακίστηκε και βασανίστηκε από το τότε κράτος και κατέληξε φτωχός και ανήμπορος….Η κόρη του μόλις τον αντίκρυσε μετά την αποφυλάκισή του, τρελάθηκε….
Η ζωή του είναι η δική μας ντροπή….Θέλουμε και φιέστες
Ζητιάνευε στον Πειραιά, στην περιοχή που σήμερα είναι το γηροκομείο και η εκκλησία της Ευαγγελίστριας.
Μία ημέρα, ένας Ρώσος αξιωματικός πήγε να τον δει. Αφού συνομίλησαν για λίγη ώρα, προκειμένου να μην φανεί ότι του δίνει ελεημοσύνη και ξέροντας ότι ο περήφανος Νικηταράς δεν θα την δεχόταν, προσποιήθηκε ότι του έπεσε ένα πουγκί με χρήματα. Ο Νικηταράς το σήκωσε και φώναξε στον αξιωματικό ότι του έπεσε το πουγκί και φυσικά το επέστρεψε.
Ένας άνθρωπος, γόνος πλούσιας οικογένειας με πολλά στρέμματα γης στην ιδιοκτησία του που τα έδωσε όλα για τον Αγώνα. Του αρνήθηκαν ακόμα και δάνειο προκειμένου να αξιοποιήσει όσα χωράφια είχαν απομείνει, ρημαγμένα από την πολύχρονη εγκατάλειψη.
Πρέπει οπωσδήποτε το 2021 να έχει την αρμόζουσα προβολή και το όνομά του να αναγνωριστεί ανάμεσα στα κορυφαία της επανάστασης
Αυτός και ο Καραϊσκάκης μαζί με τον Καποδίστρια οι εμβληματικές μορφές του αγώνα, σε μεγαλύτερο βαθμό και από τον Κολοκοτρώνη, θα τολμούσα να πω. Στην πιο πρόσφατη ιστορία νομίζω πως ισάξιος τους υπήρξε ο Πλαστήρας.