Το Junkers Ju 88 πραγματοποιεί την παρθενική του πτήση. Προερχόμενο από την απαίτηση της νεοσύσταθείσας Luftwaffe το 1935 για ένα “Schnellbomber” (ταχύ βομβαρδιστικό), το αεροσκάφος αυτό εξελίχθηκε συν τω χρόνω σε ένα από τα πιο επιτυχημένα αεροσκάφη της γερμανικής αεροπορίας, προσαρμόστηκε πολύ εύκολα στις ανάγκες της υπηρεσίας και υπηρέτησε σε πολλούς ρόλους στη διάρκεια του πολέμου (βομβαρδιστικό, καθέτου εφόρμησης, νυχτερινό αναχαιτιστικό, αναγνωριστικό, τορπιλοπλάνο, βαρύ μαχητικό ακόμη και ιπτάμενη βόμβα) κερδίζοντας γρήγορα το παρατσούκλι “Mädchen für Alles” (κορίτσι για όλες τις δουλειές).
Με την έκκληση της Luftwaffe για ένα βομβαρδιστικό τριών θέσεων που θα ήταν ικανό για διείσδυση, κρούση και βομβαρδισμό, με ρυθμό κατασκευής 300 αεροσκαφών τον μήνα, οι γερμανικές εταιρείες ανέπτυξαν και παρουσίασαν τις προτάσεις τους. Η πρόταση της Junkers για το Ju 88 προτιμήθηκε έναντι των Henschel Hs 127 και Messerschmitt Bf 162 και από τον Σεπτέμβριο του 1939 τα πρώτα αεροσκάφη παραγωγής παραδόθηκαν στην γερμανική αεροπορία που τα χρησιμοποίησε μέσα στον ίδιο μήνα για επιδρομές κατά της βρετανικής εμπορικής ναυτιλίας.
Η Junkers ανέπτυξε αρχικά δύο σχεδιάσεις, μια περισσότερο πολύπλοκη με διπλό κάθετο σταθερό στη μορφή του Ju 85 και μια πιο απλή και ριζοσπαστική με συμβατικό σταυροειδές ουραίο που έμεινε γνωστή ως Ju 88. Αφού στάθμισαν τα υπέρ και τα κατά, και παρά το γεγονός ότι η σχεδιαστική ομάδα των Zindel, Evers και Grassner υποστήριζε σαφώς την πρώτη, η διοίκηση επέλεξε το Ju 88 για να την εκπροσωπήσει στον διαγωνισμό. Το αεροσκάφος είχε λεπτή άτρακτο, μεγάλες πτέρυγες και αρχικά κινείτο από δύο κινητήρες Daimler-Benz DB 600Aa των 746 kW. Στην πορεία της ανάπτυξής του οι τελευταίοι αντικαταστάθηκαν από τους Junkers Jumo-211 των 1,044 kW που επέτρεψαν στο αεροσκάφος να επιτύχει ταχύτητες 520 χλμ/ώρα. Η Junkers μοίρασε την παραγωγή σε 13 εργοστάσια για το αεροσκάφος και επιπλέον 5 για τους κινητήρες επιτυγχάνοντας τον στόχο παραγωγής άνω των 300 ατράκτων και 730 κινητήρων το μήνα.
Συνολικά, 15,000 μονάδες του Ju 88 θα κατασκευαστούν μέχρι το τέλος του πολέμου. Αν και η Junkers το θεώρησε ως μια προσωρινή λύση μέχρι την εισαγωγή πιο προηγμένων εκδόσεων, όπως του Ju 288, οι ανάγκες του πολέμου επέβαλαν την επίσπευση της παραγωγής και την επιμονή σε απλά και αξιόπιστα σχέδια και το Ju 88 αποδείχθηκε το καλύτερο για αυτή τη λειτουργία, αλλάζοντας εύκολα και προσαρμόζοντας τις διαστάσεις και τα βάρη ανάλογα με την αποστολή. Η πρώτη έκδοση, είχε μικρό πιλοτήριο και αξιοποιήθηκε και στις εκδόσεις αρχικού βομβαρδιστικού αλλά και αργότερα ως βαρύ μαχητικό νυχτερινών αποστολών. Η έκδοση Β είχε σημαντικά μεγαλύτερο χώρο πληρώματος σε ευμεγέθες γυάλινο κουβούκλιο κατάλληλο για βομβαρδισμό, ναυτική κρούση και χειρισμό ειδικών όπλων, όπως οι πρώτοι ναυτικοί πύραυλοι. Η τελευταία έκδοση αξιοποιήθηκε ως αεροσκάφος στρατηγικής αναγνώρισης.
Αποτέλεσε το πιο ευπροσάρμοστο αεροσκάφος και το κύριο βομβαρδιστικό της Luftwaffe στον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο. Παρά την ευκολία κατασκευής, την αντοχή του στα εχθρικά πλήγματα, την σχετική του ευελιξία και την μεγάλη του ταχύτητα που το έκανε σχεδόν ανάλογο ενός καταδιωκτικού, το γεγονός ότι δεν είχε θωράκιση σε κρίσιμα τμήματα της ατράκτου, ουσιαστική προστασία για το πλήρωμα και μικρές δυνατότητες ανταποδοτικού πυρός, το έκαναν σχετικά εύκολη λεία για τα συμμαχικά αεροσκάφη ειδικά από τα μέσα του πολέμου και μετά.