Αμερικανικό βομβαρδιστικό Β-29 εξαπολύει την πρώτη στον κόσμο επίθεση ατομικού βομβαρδισμού. Συγκεκριμένα το αεροσκάφος “Enola Gay” με πιλότο τον αντισυνταγματάρχη Πωλ Τίμπετς (Paul Tibbets Jr) ρίχνει στις 08:15 τη βόμβα με το κωδικό όνομα “Little Boy” στην ιαπωνική πόλη της Χιροσίμα.
O πόλεμος στον Ειρηνικό βρισκόταν στον τέταρτο χρόνο του και οι δύο πλευρές είχαν κουραστεί και υπομείνει τεράστιες απώλειες. Βέβαια η παραγωγική βάση των ΗΠΑ και οι φαινομενικά ανεξάντλητοι πόροι που είχε κινητοποιήσει προδιέγραφαν το τέλος του πολέμου αλλά η Ιαπωνία συνέχιζε να μάχεται με αυτοθυσία και φανατική πίστη, αν όχι στη νίκη τότε στο μαχητικό τέλος. Καθώς τα ήθη της χώρας απέκλειαν την ατιμωτική ήττα και την παράδοση.
Έτσι ενώ η ώρα της εισβολής στο μητροπολιτικό ιαπωνικό έδαφος έφτανε, οι ΗΠΑ παρουσίασαν ένα εναλλακτικό σχέδιο που θα έπειθε την ιαπωνική ηγεσία να καταθέσει τα όπλα. Το σχέδιο ήταν ο επιλεκτικός βομβαρδισμός με ένα νέο όπλο, την ατομική βόμβα. Το σχέδιο είχε ξεκίνησε με το απόρρητο σχέδιο “Μανχάταν” που οργανώθηκε και εξελίχθηκε από το Αμερικανικό Πεντάγωνο. Οι έρευνες μιας ομάδας προσεκτικά επιλεγμένων επιστημόνων υπό τη διεύθυνση του θεωρητικού φυσικού Ρόμπερτ Οπενχάιμερ και τη διοίκηση του συνταγματάρχη Λέσλυ Γκρόουβς συνεχίστηκαν καθόλη τη διάρκεια του πολέμου φθάνοντας τον Ιούλιο του 1945 στην επιτυχημένη πυροδότηση μιας βόμβας στην έρημο του Νέου Μεξικού.
Οι βόμβες που κατασκευάστηκαν βασίζονταν στη σχάση πυρήνων ραδιενεργού ουρανίου και πλουτωνίου προκαλώντας απελευθέρωση τεραστίων ποσοτήτων ενέργειας. Φυσικά, το αρχικό στάδιο των ερευνών και οι ελλείψεις του πολέμου έκαναν την παραγωγή ραδιενεργού υλικού δύσκολη ενώ διαφωνίες υπήρχαν και για τον τρόπο πυροδότησης της βόμβας.
Τελικά, το 1945 η ομάδα κατασκεύασε δύο βόμβες που λειτουργούσαν με διαφορετικό τρόπο. Η πρώτη ήταν το “αγοράκι” (“Little boy”) με την εκτόξευση ενός κοίλου γεμίσματος ουρανίου προς έναν πυρήνα ουρανίου εντός ενός θωρακισμένου κυλίνδρου. Η πρόσκρουση θα προξενούσε έκρηξη και θα πυροδοτούσε την σχάση. Η δεύτερη βόμβα, ο “χοντρός” (“Fat man”) είχε μεγάλο ωοειδές σχήμα και λειτουργούσε με τη μέθοδο της ενδόρρηξης, δηλαδή της ταυτόχρονης έκρηξης μιας σφαίρας εκρηκτικών, η οποία “συμπίεζε” σε κρίσιμη μάζα, ένα όγκο πλουτωνίου στο κέντρο της.
Για τη ρίψη της πρώτης βόμβας επελέγη το πλήρωμα ενός στρατηγικού βομβαρδιστικού Β-29 Superfortress του αντισυνταγματάρχη Πωλ Τίμπετς. Η βόμβα μεταφέρθηκε στο μέτωπο με το καταδρομικό USS Indianapolis. Tο πρωινό της 6ης Αυγούστου το Β-29 πέταξε πάνω από την βιομηχανική πόλη και στις 08:15 ακριβώς άφησε τη βόμβα. Η τελευταία εξερράγη 1.900 πόδια από την επιφάνεια του εδάφους απελευθερώνοντας ενέργεια ισοδύναμη με 16.000 τόνους ΤΝΤ.
Η έκρηξη έγινε αντιληπτή ως μια ισχυρότατη λάμψη που έκανε τους πάντες να κοιτάξουν προς τον ουρανό. Μια μέρα “με δύο ήλιους” όπως θυμούνται κάποιοι επιζώντες, ενώ ακολούθησε μια τρομερή βροντή και στη συνέχεια ένα ωστικό κύμα πρωτόγνωρης ισχύος που σάρωσε ολόκληρη την πόλη κατακαίοντας οικίες, κατασκευές, κτίρια και ανθρώπους. Όσοι βρίσκονταν στο επίκεντρο κάτω από την έκρηξη εξαφανίστηκαν και στη θέση τους απέμεινε μόνο το μαύρο αποτύπωμα της ύπαρξής τους ως “άνθρωποι-σκιές”. Πολλοί άλλοι κατακάηκαν όταν ακολούθησε πυροθύελλα ενώ κάποιοι που έπεσαν στο ποτάμι για να γλυτώσουν πέθαναν από την φοβερή άνοδο της θερμοκρασίας και την έλλειψη οξυγόνου.
Η δομή της πόλης που σε μεγάλο ποσοστό αποτελείτο από παραδοσιακές ιαπωνικές κατοικίες από ξύλο και ρυζόχαρτο ανέβασε τις απώλειες λόγω των πυρκαγιών. Συνολικά 66.000 άνθρωποι σκοτώθηκαν και 69.000 τραυματίστηκαν.
Λίγες μόνο μέρες αργότερα, ένα άλλο Β-29 θα εξαπολύσει και τον “Fat Man” κατά της πόλης του Ναγκασάκι σε μια στρατηγική μπλόφα των Αμερικανών που χρησιμοποίησαν τις δύο μοναδικές ατομικές τους βόμβες με τέτοια συχνότητα δίνοντας στους Ιάπωνες την εντύπωση ότι τα όπλα που είχαν διαθέσιμα ήταν αμέτρητα και θα μπορούσαν να συνεχίσουν να βομβαρδίζουν ασταμάτητα. Σύντομα μετά το Ναγκασάκι η ηγεσία της Ιαπωνίας ζήτησε ανακωχή οδηγώντας τον μακρόχρονο πόλεμο στο τέλος του και σώζοντας πολύ περισσότερες ζωές Αμερικανών στρατιωτών αλλά και Ιαπώνων που θα πέθαιναν σε μια πιθανή συμβατική εκστρατεία.