Ακολουθώντας τακτικές που θυμίζουν Ιούλιο Καίσαρα, η βορειοβιετναμική ηγεσία εξαπολύει μαζική επίθεση εναντίον σημαντικών στρατιωτικών στόχων και κέντρων εξουσίας στο Νότιο Βιετνάμ την ημέρα της πρωτοχρονιάς του Τετ, του 1968, αιφνιδιάζοντας πλήρως την αμερικανική και νοτιοβιετναμική πλευρά.
Κάπου 84.000 Βιετκόγκ και Βορειοβιετναμέζοι τακτικοί επιτέθηκαν σε αεροδρόμια, σταθμούς ανεφοδιασμού, διοίκησης, τηλεπικοινωνιών και μεγάλες βάσεις με την υποστήριξη πυρών όλμων και ρουκετών και με χιλιάδες ακόμα να είναι σε εφεδρεία ή σε ρόλο αποκοπής συγκοινωνιών. Συνολικά επλήγησαν πάνω από 100 διαφορετικές πόλεις ή χωριά, μεταξύ τους οι 36 από τις 44 επαρχιακές πρωτεύουσες, 5 από τις 6 αυτόνομες πόλεις, 72 από τις 245 μικρότερες πόλεις και η ίδια η πρωτεύουσα Σαϊγκόν. Ο αμερικανός στρατηγός Γουεστμόρλαντ έμεινε έκθαμβος με το μέγεθος της επίθεσης, το συντονισμό και τη μυστικότητα που πέτυχε η επίθεση αλλά το έκρυψε από τον Τύπο και τις αναφορές του προς την Ουάσινγκτον.
Ωστόσο, τα πράγματα δεν πήγαν τόσο τέλεια για τους βόρειοβιετναμέζους. Η επίθεση εκδηλώθηκε πρόωρα σε πολλά μέτωπα με αποτέλεσμα η αίσθηση χαλάρωσης που κανονικά θα υπήρχε στις αμερικανικές και νοτιοβιετναμικές δυνάμεις να αναχαιτιστεί, δίνοντας σε πολλούς διοικητές τη δυνατότητα να αντιδράσουν. Επικές μάχες έλαβαν χώρα στη Σαϊγκόν, στην ιστορική πόλη της Χούε και στο Κε Σαν που πολιορκείτο ήδη από τις αρχές του μήνα. Μέχρι τις 8 Απριλίου, οι περισσότερες εστίες βορειοβιετναμικής δράσης είχαν κατασταλεί. Οι απώλειες ήταν μεγάλες: 45.000 Βορειοβιετναμέζοι στρατιώτες και άτακτοι, 11.700 Νοτιοβιετναμέζοι και 9.300 Αμερικανοί και σύμμαχοι.

Αν και αποτυχημένη σε τακτικό επίπεδο, η επίθεση του Τετ έφερε το επιθυμητό στρατηγικό αποτέλεσμα. Τόσο η Αμερικανική ηγεσία όσο και η κοινή γνώμη θορυβήθηκαν από την ικανότητα του Βορείου Βιετνάμ να σχεδιάσει, να οργανώσει και να εκτελέσει επιχειρήσεις με μεγάλη σφοδρότητα και μαχητικότητα και μάλιστα σε συνεχή βάση.
Στους επόμενους μήνες θα διεξαχθεί η 2η Φάση (Μάιος-Ιούνιος) και 3η (Αύγουστος-Σεπτέμβριος) της επιθετικής επιχείρησης ενώ οι απώλειες των Αμερικανών θα φτάσουν σε δεύτερο ιστορικό υψηλό (~11.780) το επόμενο έτος, πείθοντας την κοινή γνώμη πως ο πόλεμος δεν παρουσίαζε βελτίωση και πως οι διαβεβαιώσεις για νίκη του Προέδρου Λύντον Τζόνσον και της στρατιωτικής ηγεσίας ήταν απόλυτα ψευδείς. Έτσι, αν και οι επιθέσεις απέτυχαν να προκαλέσουν την “μεγάλη λαϊκή εξέγερση” που ήθελε το Ανόι και εξάντλησαν τις δυνάμεις του, πέτυχαν να σπάσουν το ηθικό του εχθρού ως προς την επίτευξη νίκης.