Η καταστροφή ενός ειδικά τροποποιημένου C-130 με ρουκέτες για να απο-προσγειώνεται εντός των ιρανικών γηπέδων ποδοσφαίρου ενόψει της διάσωσης των Αμερικανών ομήρων της πρεσβείας της Τεχεράνης, θα οδηγήσει την Επιχείρηση “Credible Sport” σε ακύρωση.
Η εν λόγω επιχείρηση οργανώθηκε από το αμερικανικό Πεντάγωνο ως απάντηση στην προσπάθεια διάσωσης των Αμερικανών ομήρων που είχαν συλληφθεί μετά την έφοδο του πλήθους στην πρεσβεία των ΗΠΑ στην Τεχεράνη. Καθώς κάθε πολιτική και διπλωματική προσπάθεια απέτυχε, το Πεντάγωνο οργάνωσε μια πολύπλοκη επιχείρηση με την ονομασία “Eagle Claw” που συμμετείχαν μέσα και άνδρες της πολεμικής αεροπορίας, των Πεζοναυτών και του Στρατού. Η επιχείρηση, δύσκολη και απαιτητική από τη φύση της, συνάντησε ανυπέρβλητες δυσκολίες και οδηγήθηκε σε αποτυχία τον Απρίλιο του 1980 με ένα ελικόπτερο CH-53 Stallion να προσκρούει εν μέσω ανεμοθύελλας πάνω σε ένα σταθμευμένο C-130 με αποτέλεσμα το θάνατο 8 άνδρών. Δύο εβδομάδες μετά, το Πεντάγωνο άρχισε να επεξεργάζεται νέο σχέδιο δράσης, αυτή τη φορά με προσγείωση των αεροσκαφών μέσα στην Τεχεράνη εντός ενός γηπέδου.
Η ανάγκη για ένα αεροσκάφος που θα είχε την εμβέλεια και μεταφορική ικανότητα ενός C-130 Hercules και την ικανότητα V/STOL ενός ελικοπτέρου οδήγησε τους σχεδιαστές της επιχείρησης στα άκρα, δοκιμάζοντας να τροποποιήσουν κατάλληλα ένα C-130 με προσθήκη ρουκετών επιβράδυνσης και επιτάχυνσης για να επιτευχθούν οι κατάλληλες ταχύτητες. Στη συνέχεια, τα αεροσκάφη θα απογειώνονταν με τους ομήρους και τους άνδρες της Delta Force και θα προσνηώνονταν επί αμερικανικών αεροπλανοφόρων για άμεση περίθαλψη καθώς οι οργανωτές της επιχείρησης προέβλεπαν απώλειες που θα έφταναν ως τους 50 τραυματίες. Η προσνήωση C-130 σε αεροπλανοφόρο είχε δοκιμαστεί στο παρελθόν -το 1963 με MC-130 των Πεζοναυτών- αλλά παρέμενε ένα εξαιρετικά δύσκολο και απαιτητικό εγχείρημα.
30 συνολικά ρουκέτες τοποθετήθηκαν στο δοκιμαστικό C-130 (S/N 74-2065) που στα μέσα Σεπτεμβρίου ήταν έτοιμο για τις πρώτες δοκιμές. Οι ρουκέτες που χρησιμοποιήθηκαν ανήκαν σε πυραύλους που ήταν σε ενέργεια με το Ναυτικό (από συστήματα ASPROC και RIM-66 STANDARD) καθώς οι ρουκέτες JATO που χρησιμοποιούνταν για ώθηση του C-130 δεν είχαν επαρκή ισχύ και θα απαιτούνταν σχεδόν 60 για να επιτευχθούν οι απαραίτητες ταχύτητες. Η κατασκευάστρια του αεροσκάφους Lockheed ενεπλάκη επίσης στην προσπάθεια προβαίνοντας σε δομική ενίσχυση των πτερύγων και της ατράκτου για να αντέξουν τις πιέσεις και προσθέτοντας πτερύγια διεύθυνσης. Οι πρώτες δοκιμαστικές πτήσεις απογείωση πραγματοποιήθηκαν χωρίς προβλήματα μεταξύ 19 και 28 Οκτωβρίου. Μια πλήρης δοκιμή απο-προσγείωσης προγραμματίστηκε για την επομένη.
Ενώ η απογείωση του νέου 74-1683 αεροσκάφους πραγματοποιήθηκε άψογα, παρουσιάστηκε ένα πρόβλημα με την προσγείωση. Το πλήρωμα δοκιμαστών χειριστών της Lockheed παρατήρησε πως ο υπολογιστής που συντόνιζε την ενεργοποίηση των ρουκετών είχε ανάγκη επανεξέτασης των παραμέτρων και αποφάσισε να ενεργοποιήσει τις ρουκέτες χειροκίνητα. Καθώς οι πρώτες ρουκέτες επιβράδυναν το C-130, ο μηχανικός έχασε την ακριβή θέση του αεροσκάφους εξαιτίας του συννέφου καπνού. Θεωρώντας λανθασμένα πως το αεροσκάφος βρισκόταν σχεδόν πάνω στον διάδρομο -ενώ ήταν αρκετά μέτρα πάνω από αυτόν- ενεργοποίησε τις πρόσθιες ρουκέτες επιβράδυνσης φέρνοντας την ταχύτητά του σχεδόν στο μηδέν. Το C-130 “κάθισε” βαριά στον διάδρομο και κομματιάστηκε. Το πλήρωμα εδάφους κατέσβεσε την φωτιά που ξέσπασε αλλά ο χρόνος ήταν πολύτιμος και το σχέδιο που απαιτούσε τρία αεροσκάφη τουλάχιστον πήγε εβδομάδες πίσω.
Αντιμέτωπη με νέα διλήμματα, η κυβέρνηση Κάρτερ εισήλθε στη δίνη νέων εκλογών, εντωμεταξύ, τις οποίες έχασε δύο εβδομάδες μετά από τον συντηρητικό Ρόναλντ Ρήγκαν. Ο τελευταίος αναγνωρίζοντας το δύσκολο του εγχειρήματος ακύρωσε την επιχείρηση. Οι όμηροι επαναπατρίστηκαν το επόμενο έτος με ενέργειες της κυβέρνησής του και τη μεσολάβηση της αλγερινής κυβέρνησης, τη στιγμή που ο Ρήγκαν ορκιζόταν νέος πρόεδρος των ΗΠΑ.