[Ψυχρός Πόλεμος] – Το τείχος του Βερολίνου καταρρέει ως οργανισμός σαν αποτέλεσμα μιας παρεξήγησης. Το τείχος είχε εγερθεί για να αποτρέψει τους πολίτες του Ανατολικού Βερολίνου από το να περνούν στους δυτικούς τομείς, είτε για ψώνια είτε μόνιμα. Με τα χρόνια είχε καταστεί ένα ευρύτατο σύστημα αναχαίτισης ανθρώπων και από τα πιο καλά φρουρούμενα και οργανωμένα συστήματα οχυρώσεων στον πλανήτη αλλά ήδη στα μέσα του 1980 το μίσος εναντίον του είχε γίνει περισσότερο από φανερό.
Μέχρι τον Οκτώβριο του 1989 πάνω από 13,000 Ανατολικογερμανοί είχαν διαρρεύσει στη Δύση μέσω των ανοιχτών συνόρων της Ουγγαρίας ενώ ανάλογες κινήσεις γίνονταν και προς την Τσεχοσλοβακία. Από την άλλη μεριά ηχηρές διαδηλώσεις οργανώνονταν κατά του τείχους από δυτικούς καλλιτέχνες (Μπάουϊ, Σπρίνγκτιν, Χάσελχοφ) και πολιτικούς (Κένεντυ, Ρέηγκαν) που ζητούσαν την κατάργησή του. Αυτό έγινε γεγονός όταν το βράδυ της 9ης Νοεμβρίου το ανώτερο κομματικό στέλεχος της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας (ΛΔΓ ή DDR), Günter Schabowski, σε ζωντανή τηλεοπτική συνέντευξη ανέφερε την κατάργηση των ελέγχων στα σημεία εισόδου/εξόδου κατά μήκος της γραμμής. Επρόκειτο για γκάφα αφού ήταν μια αναθεώρηση των ελέγχων που θα ανακοινωνόταν αργότερα αλλά το κακό είχε γίνει.
Γρήγορα, εκατοντάδες και αργότερα χιλιάδες Ανατολικογερμανοί συγκεντρώθηκαν στα σημεία ελέγχου απαιτώντας να περάσουν στη Δύση «όπως είπε ο Σαμπώβσκυ» με τους φύλακες να αδυνατούν να τους σταματήσουν, αφού δεν είχαν λάβει ενημέρωση ή εντολές. Η ανθρωπορραγία προς τα Δυτικά γενικεύτηκε σε τέτοιον βαθμό και οι Ανατολικοί μπερδεύτηκαν τόσο με τους Δυτικούς, που η διάλυση γενικεύτηκε και μέρες αργότερα ο κρατικός έλεγχος χάθηκε πλήρως. Η διαίρεση της Γερμανίας και του Βερολίνου, που σφράγισαν και χαρακτήρισαν τον Ψυχρό Πόλεμο, τέλειωσε κάτω από τον ήχο των συνθημάτων και των σφυριών που γκρέμιζαν το τσιμέντινο τείχος κομμάτι-κομμάτι σε μια έκφραση μακροχρόνια καταπιεσμένης αγανάκτησης.