[Δεύτερος Πόλεμος της Τσετσενίας] – Εκτοξεύοντας μια δεύτερη εκστρατεία κατανίκησης των Τσετσένων αυτονομιστών, μετά την ταπεινωτική εξέλιξη των επιχειρήσεων του 1994/95, ο ρωσικός στρατός κατάφερε με μεγάλη προσπάθεια να εκτοπίσει τους ατάκτους από την επαρχία και να θέσει την πρωτεύουσα Γκρόζνυ εντός βεληνεκούς του πυροβολικού του στα μέσα Οκτωβρίου 1999.
Η κίνηση αυτή ήταν η αρχή του τέλους. Με τους Ρώσους να εφαρμόζουν έναν “πλήρη αποκλεισμό”, ο όγκος των Τσετσένων μαχητών διαφεύγει σταδιακά από τα τέλη Ιανουαρίου υπό την κάλυψη μιας σφοδρής χιονοθύελλας προς τα νότια της χώρας. Η κυβέρνηση των Τσετσένων είχε διαφύγει ήδη.
Οι Ρώσοι, θέλοντας να αποφύγουν το φιάσκο του πρώτου πολέμου δεν τσιγγουνεύτηκαν τα πυρομαχικά προκειμένου να διαλύσουν την αντίσταση των τελευταίων τσετσενικών θυλάκων. Άνοιξαν πυρ ομαδόν προς τα κτίρια της πόλης κάθε φορά από όπου έρχονταν μεμονωμένοι πυροβολισμοί και χτύπησαν με αεροσκάφη και πυροβολικό φάλαγγες ανταρτών, πολιτών και Ρώσων αιχμαλώτων που κινούνταν εγκαταλείποντας την πόλη.
Οι 1,000 περίπου Τσετσένοι που απέμειναν στην πόλη σταδιακά διαλύθηκαν και προσπάθησαν να διαφύγουν. Πολλοί σκοτώθηκαν στα ρωσικά ναρκοπέδια που περιέσφιγγαν την πόλη και την ανταλλαγή πυρών. Μεγάλες ήταν και οι απώλειες του αμάχου πληθυσμού, που έμειναν στο Γκρόζνυ ή προσπάθησαν να διαφύγουν μαζί με τους αυτονομιστές. Η καταστροφή επεκτάθηκε σύντομα και στα γειτονικά χωριά. Τελικώς, στις 3 Φεβρουαρίου, οι Ρωσικές δυνάμεις ξεκίνησαν να εκκαθαρίζουν τις γειτονιές του Γκρόζνυ. Με τα πικρά μαθήματα των σκληρών οδομαχιών 5 χρόνια πριν ακόμα νωπά, οι Ρώσοι στρατιώτες δεν διακινδύνευαν τίποτα. Η χρήση εκρηκτικών και οι μαζικές εκτελέσεις ήταν συχνές, παρασύροντας και πολλούς αμάχους. Στο τέλος, η Ρωσική σημαία υψώθηκε σε ένα σωρό ερειπίων.
Το 2003 το Γκρόζνυ κηρύχθηκε και επίσημα από τα Ηνωμένα Έθνη η πιο κατεστραμμένη πόλη στη Γη.