Τους τελευταίους μήνες επικρατεί φρενίτιδα με τα όσα αναφέρουν τα ΜΜΕ σχετικά με την ένταση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Ο μέσος Έλληνας φοβάται ότι μπορεί να ξεσπάσει πόλεμος ακόμη και εντός του Φθινοπώρου και μάλιστα κάποιοι «ειδικοί» προβαίνουν και σε «χρησμούς».
Παράλληλα γνωστοί τηλεοπτικοί “παντογνώστες” δημιουργούν κλίμα αβεβαιότητος, προβαίνοντας σε… βαθυστόχαστες αναλύσεις που στηρίζονται άλλοτε σε αξιόπιστα και άλλοτε σε αναξιόπιστα δημοσιεύματα, σχετικά με τις στρατιωτικές δυνατότητες της Ελλάδας και της Τουρκίας.
Στο κομφούζιο που δημιουργούν έρχονται να προστεθούν και οι «ψύχραιμοι» που μόνον ψύχραιμοι δεν είναι. Κατά κανόνα φοβικοί, στην καλύτερη περίπτωση επικαλούνται μόνιμα κάποια “σίγουρη” βοήθεια εταίρων και συμμάχων. Και οι Τούρκοι βεβαίως που ρίχνουν λάδι στην φωτιά με τις καθημερινές προκλητικές δηλώσεις, προφανώς χρησιμοποιούν προς όφελος τους κάποιες υπερβολικές αντιδράσεις “ειδικών” που διαμορφώνουν μέρος της κοινής γνώμης.
Αν όλοι αυτοί οι νεόκοποι θεωρητικοί του πολέμου είχαν δει με καθαρή ματιά τα γεγονότα των τελευταίων δεκαετιών, θα ήξεραν πως ποτέ οι κρίσεις που ξέσπασαν δεν είχαν προαναγγελθεί. Απεναντίας όσες φορές γινόταν λόγος για επικείμενα επεισόδια και αναμενόμενες κρίσεις, αυτά ουδέποτε συνέβαιναν.
Θυμάται κανείς την κρίση των Ιμίων; Κλιμακώθηκε σε χρόνο μιας εβδομάδος περίπου και αποκλιμακώθηκε σε μια νύκτα. Και η κρίση του Μαρτίου του 1987 κλιμακώθηκε ακόμη ταχύτερα. Μέσα σε λίγες μόλις ημέρες οι Τούρκοι προανήγγειλαν ερευνητικές δραστηριότητες δυτικά της Χίου και τα πλοία τους απέπλευσαν. Δεν το έλεγαν και το ξαναέλεγαν όπως κάνουν τώρα. Βγήκαν στο Αιγαίο και επειδή ο ελληνικός Στόλος ήταν σε πλήρη επιχειρησιακή ανάπτυξη είδαν ότι δεν του βγαίνει και αποσύρθηκαν άρον – άρον στα λιμάνια τους. Λίγους μήνες αργότερα ο τότε Πρωθυπουργός τους Τουργκούτ Οζάλ, ήλθε στο Νταβός παρακαλώντας για συνεννόηση.
Θα διακινδυνεύσουμε λοιπόν την πρόβλεψη ότι όσο περισσότερες συζητήσεις και θόρυβος γίνεται περί επικειμένης κρίσεως, τόσο απομακρύνεται το ενδεχόμενο να ξεσπάσει μια τέτοια. Οι κρίσεις δεν προαναγγέλλονται, συνήθως ξεσπούν «από το πουθενά».
Αν μια κρίση υποβόσκει και συζητείται, τότε έχουν ενεργοποιηθεί όλοι οι μηχανισμοί της διεθνούς κοινότητος για να την αποτρέψουν. Ιδιαιτέρως όταν οι εμπλεκόμενες χώρες είναι και οι δύο μέλη του ΝΑΤΟ, υπάρχει παρέμβαση ώστε η Συμμαχία να αποφύγει την κρίση όπου δύο μέλη της θα πολεμούν μεταξύ τους. Και βέβαια δεν θα κάνει την παρέμβαση ο γενικός γραμματεύς ή κάποιος αξιωματούχος της Ατλαντικής Συμμαχίας.
Θα το κάνει απροσχημάτιστα ο ισχυρός σύμμαχος, δηλαδή οι Αμερικανοί. Ας μην σπεύσουν όμως να θριαμβολογήσουν οι θιασώτες των συμμαχικών παρεμβάσεων. Δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι η παρέμβαση τους θα είναι υπέρ μας ή ότι θα βασίζεται στο διεθνές δίκαιο όπως τουλάχιστον εμείς το αντιλαμβανόμεθα. Στην καλύτερη περίπτωση, ο παρεμβαίνων θα τηρήσει ίσες αποστάσεις. Το παράδειγμα το Ιμίων νομίζουμε ότι είναι αρκετό για την στάση που κρατούν οι εταίροι μας σε τέτοιες περιπτώσεις.
Από τη άλλη πλευρά, με δεδομένο ότι η Τουρκία δεν σταματά τις επιθετικές δηλώσεις και σε κάθε ευκαιρία αυξάνει την ένταση, πολύ σωστά η ελληνική πλευρά διεξάγει στρατιωτικές ασκήσεις και οργανώνει συνεργασίες για να δείξει ότι δεν προτίθεται να υποχωρήσει… Και αυτή είναι ίσως η καλύτερη απάντηση και στο εσωτερικό, σε όσους δηλαδή ζητούν να μην “στρατιωτικοποιούμε” κάθε τουρκική δράση.
Αν και πρόσφατα ο Ερντογάν επέκτεινε την απειλή του “μπορεί να έρθουμε ξαφνικά ένα βράδυ”, σε αρκετά κράτη – μέλη της ΕΕ λέγοντας ότι δεν αφορά μόνο την Ελλάδα αλλά “όποια χώρα μας ενοχλεί και μας επιτίθεται”, και φυσικά το επιτίθεται αφορά τον τρόπο που αντιλαμβάνεται την απειλή ο Τούρκος πρόεδρος, μάλλον φαντάζει ταινία επιστημονικής φαντασίας να επιτεθεί στην Ευρώπη.
Ωστόσο όταν φέρεται ότι οι τόνοι πέφτουν, τότε θα πρέπει να υπάρχει εγρήγορση. Απλά θυμίζουμε την περίπτωση την Ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία όπου μέχρι την προηγουμένη ο Πούτιν καθησύχαζε την κοινή γνώμη ότι δεν υπάρχει περίπτωση επίθεσης μέχρι που ανταποκρίθηκε στην “έκκληση” των δυο ηγετών των ρωσόφωνων περιοχών, του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ, ισχυριζόμενος ότι στόχος είναι “η υπεράσπιση των ανθρώπων που υφίστανται διωγμούς από το καθεστώς του Κιέβου”. Και η Τουρκία στο παρελθόν έχει βαφτίσει πολλές στρατιωτικές επεμβάσεις – εισβολές της, ως ειρηνευτικές επεμβάσεις…