Μετά το Brexit και την αποχώρηση της Μεγάλης Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, η Γαλλία παρέμεινε η μόνη πυρηνική υπερδύναμη στην Ευρώπη. Η Γερμανία θεωρείται ο κινητήριος οικονομικός μοχλός της Ένωσης. Οι ρόλοι είναι φυσικά διακριτοί και θα προσπαθήσουμε να ψηλαφίσουμε το ρόλο που θέλει να διαδραματίσει το Παρίσι.
Δεν αποτελεί μυστικό πως οι Ηνωμένες Πολιτείες θέλουν να μειώσουν το στρατιωτικό τους αποτύπωμα σε περιοχές όπως η Μέση Ανατολή, αλλά και η Ευρώπη. Ο λόγος είναι η σοβαρή απειλή της αναθεωρητικής Κίνας και τα γοργά βήματα που κάνει σε γεωπολιτικό και στρατιωτικό επίπεδο (βλέπε BRI).
Δεν είναι μυστικό επίσης πως η Γαλλία, εδώ και πολλά χρόνια, ακολουθούσε και εξακολουθεί να εφαρμόζει μια επιθετική πολιτική όσον αφορά τις πωλήσεις όπλων, ειδικά από την εποχή που ήταν πρόεδρος ο Φρανσουά Ολάντ και έπειτα. Πολλές φορές έχει μπει “σφήνα” σε αμυντικά προγράμματα τρίτων χωρών, πετώντας εκτός τους συναγωνιστές της, που συχνά είναι στενοί σύμμαχοι, προκαλώντας τη δυσαρέσκειά τους. Κάτι τέτοιο δε βοηθά τη φιλοδοξία της Γαλλίας να ηγηθεί ενός κοινού αμυντικού μπλοκ.
Είναι προφανές λοιπόν πως η Γαλλία, θέλει να έχει τον πρώτο λόγο στο αμυντικό μέλλον της Ευρώπης και μάλιστα το δηλώνει δημόσια. Η Ευρώπη με τη σειρά της, δεν έχει “χειραφετηθεί” στον αμυντικό τομέα (και όχι μόνο), με αποτέλεσμα να στηρίζει την άμυνά της στο NATO και φυσικά τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο λεγόμενος “Ευρωπαϊκός Στρατός”, φαίνεται πως θα παραμείνει όνειρο θερινής νυκτός για πολλά ακόμη χρόνια.
Το πρόβλημα ωστόσο είναι πως οι Ευρωπαίοι εταίροι, δε μπορούν να συνεννοηθούν σε βασικά πράγματα όπως η κοινή εξωτερική πολιτική. Μπορεί επομένως η Γαλλία να αναλάβει επικεφαλής της ευρωπαϊκής κοινής άμυνας;
Σίγουρα το θέλει και το επιδιώκει σθεναρά. Υπόσχεται μάλιστα και ρήτρες αμοιβαίας στρατιωτικής βοήθειας σε κοντινούς συμμάχους, όπως για παράδειγμα την Ελλάδα, στις αντιπαραθέσεις της με την Τουρκία.
Ωστόσο η Τουρκία είναι “μικρό ψάρι” σε σχέση με την απειλή της Ρωσίας, που θα ήθελε να δει κάποιες χώρες στα σύνορά της, να επιστρέφουν στο “μαντρί”. Εδώ λοιπόν η Γαλλία δε μπορεί να ανταποκριθεί. Σε καμία περίπτωση δε μπορεί να αναπληρώσει τυχόν κενό σε μια υποθετική αποχώρηση των νατοϊκών στρατευμάτων και κυρίως των αμερικανικών, από για παράδειγμα την Πολωνία, πόσο μάλλον από τις χώρες της Βαλτικής. Εν ολίγοις, η ΕΕ, και συγκεκριμένα κάποια κράτη-μέλη της, αντιμετωπίζουν δυο απειλές: Την Τουρκία και την Ρωσία. Στην πρώτη περίπτωση, η Γαλλία μπορεί να “παίξει μπάλα” και το έχει ήδη αποδείξει. Στη δεύτερη όμως όχι.
Η Γαλλία πάντως θα επιθυμούσε να επιβάλλει την ειρήνη και τη σταθερότητα μέσω της οικονομικής ισχύος. Αυτό όμως και πάλι δε θα αρκούσε να αποθαρρύνει τη Ρωσία, διότι το Παρίσι δεν έχει τη δυνατότητα να επιβάλει οικονομικές κυρώσεις, όπως αυτές που επιβάλλουν οι ΗΠΑ. Την ίδια στιγμή, θα δυσκολευτεί ιδιαίτερα να συντονίσει τους Ευρωπαίους εταίρους της σε μια “ομαδική” επιβολή κυρώσεων εις βάρος του Κρεμλίνου, καθότι η κάθε χώρα έχει διαφορετική εξωτερική πολιτική. Κοινώς, δε μπορεί να διαμορφώσει μια ενιαία ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική.
AUKUS
Στις 15 Σεπτεμβρίου ανακοινώθηκε η συμφωνία Αυστραλίας-Βρετανίας-Ηνωμένων Πολιτειών για τη μεταφορά τεχνολογίας πυρηνικής πρόωσης στην Αυστραλία, τορπιλίζοντας το πρόγραμμα αξίας 66 δισεκατομμυρίων δολαρίων, που αφορούσε την κατασκευή υποβρυχίων συμβατικής πρόωσης από τη γαλλική Group Naval, για το Βασιλικό Ναυτικό της Αυστραλίας.
Ίσως δεν είναι τυχαίο που η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, δήλωσε την ίδια ημέρα πως η ΕΕ πρέπει να επιδιώξει να ενισχύσει τις στρατιωτικές της δυνατότητες για να αντιμετωπίσει τις απειλές για την ασφάλεια και τις παγκόσμιες κρίσεις.
Πάντως, αυτό το “άδειασμα” με τη νέα αμυντική συμφωνία της Αυστραλίας, δίνει ένα είδος στρατιωτικής έμφασης στην απειλή της Κίνας, την οποία η Γαλλία προσπαθεί να αντισταθμίσει, δίνοντας με τη σειρά της έμφαση στην Ευρώπη.
Ο μοναχικός ηγέτης
Σύμφωνα με το European Councel on Foreign Relations, o Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν αναφέρεται συχνά στη σημασία της οικοδόμησης μιας Ευρώπης de la défense (μιας Ευρώπης που θα προστατεύει) τα μέλη της. Έχει επιμείνει στη δημιουργία μιας δύναμης ταχείας αντίδραση και ανέφερει την ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία κάθε φορά που έχει την ευκαιρία να το κάνει.
Ωστόσο, σύμφωνα με πολλά κράτη μέλη, ο Μακρόν δεν ακολουθεί με συνέπεια τις δικές του συμβουλές σχετικά με την ανάγκη ευρωπαϊκής αμυντικής συνεργασίας, μια ασυμφωνία που οι Γάλλοι φορείς λήψης αποφάσεων πρέπει να γνωρίζουν και να επιδιώξουν να αντισταθμίσουν, σε συνεννόηση με τους Ευρωπαίους εταίρους τους πριν λάβουν αποφάσεις.
Όταν η Γαλλία ξεκίνησε έναν ανανεωμένο διάλογο με τη Ρωσία το 2019, άλλα κράτη μέλη αναγνώρισαν ότι αυτό θα μπορούσε να πετύχει μόνο αν κάθονταν στο ίδιο τραπέζι. Ωστόσο, το Παρίσι δεν τους έδωσε αρχικά τη δυνατότητα να το πράξουν.
Αναφερόμενος δημόσια στον «εγκεφαλικό θάνατο» του ΝΑΤΟ την ίδια χρονιά, ο Μακρόν ζήτησε την ενίσχυση του ευρωπαϊκού πυλώνα στη συμμαχία, αλλά το έκανε ενεργώντας μόνος του. Αντί να αναλάβει μια μονομερή δράση, η Γαλλία θα πρέπει να εργαστεί στην οικοδόμηση ενός συνασπισμού ακόμη περισσότερο από ό, τι ήδη κάνει, αναλαμβάνοντας την ηγεσία, αλλά λαμβάνοντας υπόψιν τους εταίρους της.