Σε μια περίοδο που η Τουρκία εμφανίζεται ακραία προκλητική έναντι της Ελλάδας, ο ΓΓ του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ, σε συνέντευξή του χαρακτηρίζει την Ελλάδα «πυλώνα σταθερότητας» και «αξιόπιστο σύμμαχο» στη νοτιοανατολική πτέρυγα της Συμμαχίας αλλά δεν αρθρώνει ούτε μία λέξη κριτικής κατά των μεθοδεύσεων της Άγκυρας.
Μιλώντας στο Αθηναϊκό και Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο κ. Στόλτεμπεργκ φροντίζει να κρατήσει μάλιστα ίσες αποστάσεις μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, συνιστώντας διάλογο μεταξύ των δύο πλευρών, καθώς όπως είπε στις δύσκολες σημερινές περιστάσεις οι σύμμαχοι δεν πρέπει να προβαίνουν σε προκλητικές δηλώσεις ή ενέργειες.
Σημαντική η συμβολή της Ελλάδας στις αποστολές του ΝΑΤΟ
Σε άλλο σημείο της συνέντευξής του, ο ΓΓ του ΝΑΤΟ επισημαίνει ότι τα ελληνικά στρατεύματα διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στις αποστολές του ΝΑΤΟ, συμπεριλαμβανομένου του Κοσσυφοπεδίου και του Ιράκ, ενώ υπογράμμισε τη συμβολή της χώρας μας στον περιορισμό της παράνομης εμπορίας ανθρώπων στην Ευρώπη.
Μάλιστα, ο κ. Στόλτεμπεργκ δεν φείδεται επαίνων για τη δέσμευση της χώρας μας να “διατηρήσει το ΝΑΤΟ δυνατό”, με πρωτοβουλίες και ενέργειες όπως τη χρήση ελληνικών λιμανιών από τη Συμμαχία, την προστασία που προσφέρουν τα ελληνικά μαχητικά στους αιθέρες των Βαλκανίων αλλά και την τήρηση του αμυντικού προϋπολογισμού της χώρας μέσα στα στάνταρντ του ΝΑΤΟ.
ΝΑΤΟ, Τουρκία, Ελλάδα: πολιτική ίσων αποστάσεων
Στο ζήτημα των τουρκικών προκλήσεων ο ΓΓ του ΝΑΤΟ αποφεύγει εντελώς να απαντήσει στα καυτά ζητήματα που τίθενται από την αναθεωρητική στάση που κρατά η Άγκυρα, ιδιαίτερα το τελευταίο διάστημα:
“Η Μεσόγειος είναι ζωτικής σημασίας για το ΝΑΤΟ. Η Ελλάδα, η Τουρκία, πολλοί Σύμμαχοι και άλλες χώρες επιχειρούν εκεί σε τακτική βάση. Στο παρελθόν υπήρξαν ατυχήματα με ελληνικές και τουρκικές δυνάμεις και πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να βοηθήσουμε στη μείωση του κινδύνου τέτοιων ατυχημάτων στο μέλλον” σημείωσε ο κ. Στόλτεμπεργκ.
Και πρόσθεσε: “Είναι προς το συμφέρον όλων να αποφευχθεί η επανάληψη τέτοιων καταστάσεων. Το 2020, το ΝΑΤΟ βοήθησε στη δημιουργία στρατιωτικού μηχανισμού απεμπλοκής μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας για τη μείωση του κινδύνου επεισοδίων στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτό περιλαμβάνει μια ανοιχτή γραμμή επικοινωνίας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, για τη διευκόλυνση της απεμπλοκής στη θάλασσα ή στον αέρα.”
Για να μην υπάρχουν μάλιστα σχετικές παρερμηνείες από την άλλη πλευρά του Αιγαίου, απέφυγε οποιαδήποτε μομφή για την Άγκυρα, προτείνοντας στην Αθήνα στην ουσία “να τα βρούμε” με την Τουρκία, σε “πνεύμα εμπιστοσύνης και συμμαχικής αλληλεγγύης”:
“Προτρέπουμε την Ελλάδα και την Τουρκία να λύσουν τις διαφορές τους στο Αιγαίο με πνεύμα εμπιστοσύνης και συμμαχικής αλληλεγγύης. Αυτό σημαίνει αυτοσυγκράτηση, μετριοπάθεια και αποχή από κάθε ενέργεια ή ρητορική που θα μπορούσε να κλιμακώσει την κατάσταση. Σε μια εποχή που ο πόλεμος του (σ.σ. προέδρου της Ρωσίας Βλαντίμιρ) Πούτιν κατά της Ουκρανίας έχει διαλύσει την ειρήνη στην Ευρώπη, είναι ακόμη πιο σημαντικό για τους Σύμμαχους να είναι ενωμένοι.”
Προφανώς και ο ρόλος του ΓΓ του ΝΑΤΟ – του οποίου σημειωτέον η θητεία του λήγει το φθινόπωρο του τρέχοντος έτους και λέγεται ότι θα αναλάβει κεντρικός τραπεζίτης της Νορβηγίας – είναι εξισορροπητικός.
Αλλά ακόμη και κάνοντας αυτήν την αποδοχή, η απόσταση μέχρι καθολική διαγραφή των ξεκάθαρων απειλών ενός μέλους του ΝΑΤΟ προς ένα άλλο, είναι τεράστια. Ίσως αυτή η πρακτική υπαγορεύεται από τις πληροφορίες που θέλουν ορισμένους από τις διεθνείς εταίρους της χώρας μας να έχουν “κουραστεί” από την αντιπαράθεση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, η οποία κρατάει χρόνια.
Αυτό βέβαια που σταθερά αποφεύγουν να εξετάσουν όσοι σκέφτονται έτσι είναι ποια πλευρά και για ποιο λόγο αναθερμαίνει την ένταση κάθε φορά, ζυγίζοντας την εσωτερική κατάσταση και τα προβλήματα που έχει να αντιμετωπίσει.
Αλλά η αλήθεια και η γυμνή πραγματικότητα δεν μπορεί να κρυφτεί: η Άγκυρα – για λόγους που λίγο πολλοί όλοι γνωρίζουμε – αφήνεται ελεύθερη κατα καιρούς να βάλλει κατά της Ελλάδας, με μία ρητορική η οποία τελευταίο διάστημα έχει φέρει στην επιφάνεια ακόμη και την αμφισβήτηση πολλών ελληνικών νησιών.
Οι διεθνείς φορείς, όπως είναι το ΝΑΤΟ και η ΕΕ θα έπρεπε να είναι πιο αυστηροί και τέλος πάντων, πιο ξεκάθαροι σε αυτά που διαμηνύουν στην Τουρκία.
Κάτι που όμως δεν συμβαίνει. Και δεν είναι η πρώτη φορά…